Απίστευτα «παιχνίδια» με τις τιμές των φαρμάκων παίζονται σε βάρος των ασφαλισμένων,......
οι οποίοι εν μέσω οικονομικής κρίσης καταβάλλουν υψηλά
ποσοστά συμμετοχής στην αγορά φαρμάκων ή αναγκάζονται να πληρώσουν από
τη τσέπη τους το σύνολο της δαπάνης. Μόνο πέρυσι οι ασφαλισμένοι του
ΕΟΠΥΥ πλήρωσαν για συμμετοχή στην αγορά φαρμάκων περισσότερα από 620
εκατ. ευρώ. Σύμφωνα μάλιστα με στοιχεία του ΕΟΠΥΥ, το ποσοστό συμμετοχής
έχει διπλασιαστεί και έχει φθάσει μεσοσταθμικά στο 30%, από 15,7% το
2012!
Την ίδια στιγμή, οι μειώσεις στις τιμές των φαρμάκων, που
προβλέπονται από τον νόμο, στην πλειονότητα των περιπτώσεων αφορούν
φάρμακα που παρουσιάζουν ελάχιστες ή και καθόλου πωλήσεις! Σύμφωνα με το
υπουργείο Υγείας, υπήρξε μεσοσταθμική μείωση 3,9% σε 2.403 φάρμακα (από
το σύνολο των 9.370) και αύξηση σε μόνο 230 κωδικούς οι οποίοι στην
πλειονότητά τους δεν αφορούν σκευάσματα καθημερινής χρήσης. Η αύξηση
αυτή προέκυψε από τη μεταβολή του συντελεστή του ΦΠΑ από 6% σε 13%.
Οριακές μειώσεις
Ωστόσο, από την ανάλυση των στοιχείων προκύπτει ότι στα πολύ ακριβά
φάρμακα αλλά και τα φάρμακα που εμφανίζουν υψηλές πωλήσεις -απορροφώντας
περί το 65% της συνολικής φαρμακευτικής δαπάνης- οι μειώσεις στις τιμές
τους είναι οριακές.
Για παράδειγμα, καρδιολογικό φάρμακο (δραστική
ουσία dexrazoxane) από 9.730,09 ευρώ (ισχύον δελτίο τιμών -Ιούλιος 2015)
«έπεσε» στα 9.654,35 στο νέο δελτίο τιμών που θα εφαρμοστεί από τον
Φεβρουάριο. Αντίστοιχα, ογκολογικό φάρμακο (δραστική ουσία clofarabin)
από 1.637,45 ευρώ, η τιμή του στο νέο δελτίο τιμών διαμορφώθηκε σε
1.521,64 ευρώ.
Μηδενική μείωση εμφανίζουν μια σειρά από
πανάκριβα σκευάσματα όπως πνευμονολογικό φάρμακο (treprostinil) με τιμή
στα 10.199,15 ευρώ και ανοσοκατασταλτικό στα 7.051,40 ευρώ, τα οποία
ακόμη και στην περίπτωση των περιορισμένων πωλήσεων, επηρεάζουν τη
φαρμακευτική δαπάνη.
Παρόμοια
είναι η εικόνα και στα φάρμακα ευρείας κυκλοφορίας που εμφανίζουν
υψηλές πωλήσεις και με τιμές που κυμαίνονται από 12 ευρώ έως και 25
ευρώ. Ενδεικτικά, φάρμακο γαστροπροστασίας με δραστική ουσία την
ομεπραζόλη τον περασμένο Ιούλιο πήρε τιμή στα 17,26 ευρώ και στο νέο
δελτίο τιμών, η τιμή του διαμορφώθηκε σε 17,18 ευρώ. Φάρμακο για μύκητες
με δραστική ουσία fluconazole με τιμές από 18,36 έως 49,13 ανάλογα με
την περιεκτικότητα και τη συσκευασία παρέμεινε στις ίδιες τιμές.
Αντίστοιχα,
η τιμή φαρμάκου για την πίεση (καντεσαρτάνη) στα 16,21 ευρώ ήταν στο
προηγούμενο δελτίο τιμών, στα 16,21 ευρώ παραμένει και στο νέο δελτίο.
Όσο
για τα φάρμακα έως 12 ευρώ, αυτά «προστατεύονται» και τυπικά, σύμφωνα
με την τελευταία υπουργική απόφαση για την ανατιμολόγηση των φαρμάκων
που προβλέπει σταδιακή μείωση από τα μέσα του 2016.
Σημειώνεται
ότι οι θεσμοί ζητούσαν να μην υπάρχει «προστασία» για τα φάρμακα αυτά,
αλλά τελικά η συμφωνία που έκλεισε η κυβέρνηση ? προς όφελος της
φαρμακοβιομηχανίας και όχι των ασφαλισμένων- προβλέπει σταδιακή
απομείωση στα τέσσερα επόμενα δελτία τιμών. Σύμφωνα με το σχετικό
χρονοδιάγραμμα, στο δελτίο τιμών του α’ εξαμήνου του 2016 το όριο
προστασίας θα είναι 9 ευρώ για τα off - patent φάρμακα και 5,5 ευρώ για
τα γενόσημα. Στο δελτίο τιμών του β’ εξαμήνου του 2016 τα off patent δεν
θα μπορούν να μειωθούν κάτω από τα 7 ευρώ και τα γενόσημα κάτω από τα 4
ευρώ.
Δελτία τιμών
Στο δελτίο τιμών του α’ εξαμήνου του 2017 το όριο προστασίας θα πέσει στα 4,5 ευρώ για τα off - patent και στα 3 ευρώ για τα γενόσημα. Τέλος, στο τέταρτο δελτίο τιμών, αυτό που θα εκδοθεί μέσα στο β’ εξάμηνο του 2017, το όριο προστασίας θα πέσει στο 1 ευρώ τόσο για off - patent όσο και για γενόσημα.
Στο δελτίο τιμών του α’ εξαμήνου του 2017 το όριο προστασίας θα πέσει στα 4,5 ευρώ για τα off - patent και στα 3 ευρώ για τα γενόσημα. Τέλος, στο τέταρτο δελτίο τιμών, αυτό που θα εκδοθεί μέσα στο β’ εξάμηνο του 2017, το όριο προστασίας θα πέσει στο 1 ευρώ τόσο για off - patent όσο και για γενόσημα.
Με
την απόφαση αυτή, επιδιώκεται αύξηση της διείσδυσης των γενοσήμων που
εξακολουθούν να απορροφούν μικρό ποσοστό της αγοράς φαρμάκου.
Το
παράδοξο για τη χώρα μας είναι ότι τα γενόσημα είναι ακριβά. Ο τρόπος
υπολογισμού των τιμών των γενόσημων επιτρέπει να κυκλοφορούν ακριβά
γενόσημα φάρμακα αφού οι τιμές τους είναι «κρεμασμένες» στις τιμές των
πρωτοτύπων. Παράλληλα, με την καθιέρωση της ανώτατης τιμής στην
τιμολόγηση των γενοσήμων και των φαρμάκων που έχει λήξει η πατέντα τους,
οι τιμές «κλείδωσαν» στην ανώτατη τιμή για όλα τα φάρμακα της
κατηγορίας. Στην πραγματικότητα, οι φαρμακευτικές εταιρίες χρησιμοποιούν
την «οροφή» ως φιξ τιμή και δεν γίνονται εκπτώσεις.
Η ελληνική
φαρμακοβιομηχανία παραδέχεται ότι στην Ελλάδα τα γενόσημα φάρμακα είναι
ακριβά, υποστηρίζει όμως ότι είναι ποιοτικά. Πράγματι, τα ελληνικά
γενόσημα είναι ποιοτικά φάρμακα όπως άλλωστε είναι όλα τα γενόσημα
φάρμακα που ελέγχονται από τους αρμόδιους Ευρωπαϊκούς και Εθνικούς
Οργανισμούς Φαρμάκων. Άλλωστε οι φαρμακευτικές εταιρίες προμηθεύονται
από τα ίδια εργοστάσια της Κίνας και της Ινδίας τη δραστική ουσία.
Φαρμακευτική δαπάνη
Παρά τις μικρές μειώσεις στις τιμές των φαρμάκων, η συνολική φαρμακευτική δαπάνη τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει κατακόρυφη μείωση και επέστρεψε στα επίπεδα του 2004. Συγκεκριμένα, από 8 δισ. ευρώ το 2008, σήμερα κυμαίνεται στα 5 δισ. ευρώ. Παράλληλη είναι και η μείωση της κατανάλωσης όπως προκύπτει από τα στοιχεία του ΕΟΦ.
Παρά τις μικρές μειώσεις στις τιμές των φαρμάκων, η συνολική φαρμακευτική δαπάνη τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει κατακόρυφη μείωση και επέστρεψε στα επίπεδα του 2004. Συγκεκριμένα, από 8 δισ. ευρώ το 2008, σήμερα κυμαίνεται στα 5 δισ. ευρώ. Παράλληλη είναι και η μείωση της κατανάλωσης όπως προκύπτει από τα στοιχεία του ΕΟΦ.
Πιο αναλυτικά, οι
πωλήσεις φαρμάκων (σε συσκευασίες) έφτασαν το 2014 στα 493.210.425
κουτιά από 566.326.628 το 2008. Από την έναρξη της κρίσης και μετά, η
κατανάλωση φαρμάκων σύμφωνα με τον αριθμό των συσκευασιών παρουσιάζει
μείωση. Εξαίρεση αποτελεί η διετία 2012-2013 όπου καταγράφεται μία μικρή
αύξηση σε απόλυτους αριθμούς. Σύμφωνα όμως με τα στοιχεία του ΕΟΦ, η
αύξηση αυτή αφορά τις πωλήσεις σε φαρμακαποθήκες και φαρμακεία (κατά
2,48% το 2013 και κατά 2,84% το 2014) αφού το ίδιο διάστημα καταγράφεται
μείωση κατά 5,37% το 2013 και κατά 5,36% το 2014 στην κατανάλωση
φαρμάκων στα νοσοκομεία.
Στοιχεία ΟΟΣΑ για τους Ελληνες
Τρίτοι σε φαρμακευτικές δαπάνες παγκοσμίως!
Τρίτοι σε φαρμακευτικές δαπάνες παγκοσμίως!
Μία
από τις πρώτες θέσεις στη κατά κεφαλή φαρμακευτική δαπάνη κατέχει η
Ελλάδα, μεταξύ των χωρών του Οργανισμού Οικονομικής Ανάπτυξης και
Συνεργασίας (ΟΟΣΑ). Σύμφωνα με την έκθεση του 2015 -δόθηκε στην
δημοσιότητα τον Νοέμβριο- η χώρα μας ξοδεύει τα περισσότερα χρήματα για
φαρμακευτικές δαπάνες κατά κεφαλή μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες και την
Ιαπωνία. Συγκεκριμένα, κάθε Έλληνας εμφανίζεται να δαπανά 721 δολάρια
ετησίως κατά μέσο όρο για φάρμακα (σε όρους αγοραστικής δύναμης - PPP)
έναντι 1.026 δολαρίων που ξοδεύει ένας Αμερικάνος και 752 δολαρίων ένας
Ιάπωνας.
Στον αντίποδα βρίσκονται η Εσθονία και η Δανία που καταλαμβάνουν τις δυο τελευταίες θέσεις με 272 και 240 δολάρια αντίστοιχα.
Σύμφωνα
με την έκθεση, η φαρμακευτική δαπάνη στις χώρες του ΟΟΣΑ ανήλθε σε
περίπου 800 δισεκατομμύρια δολάρια το 2013, δηλαδή περίπου το 20% των
συνολικών δαπανών για την υγεία. Η μέση κατά κεφαλή φαρμακευτική δαπάνη
είναι στα 500 δολάρια (δεν αφορά κατανάλωση σε νοσοκομεία), με τις
Ηνωμένες Πολιτείες, να εμφανίζει διπλάσιο ποσοστό σε σχέση με το μέσο
όρο του ΟΟΣΑ, και περισσότερο από 35% υψηλότερο σε σχέση με την Ιαπωνία.
Σημειώνεται
ότι τα στοιχεία αυτά δεν αφορούν δαπάνες για φάρμακα που καταναλώνονται
σε νοσοκομεία και άλλες εγκαταστάσεις υγειονομικής περίθαλψης.
Από τα νοικοκυριά
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, η ιδιωτική φαρμακευτική δαπάνη είναι υψηλή και αφορά κατά μέσο όρο το 43% της συνολικής δαπάνης. Οι περισσότερες από τις ιδιωτικές δαπάνες για φάρμακα (37%) προέρχεται απευθείας από τις τσέπες των νοικοκυριών. Χώρες όπως η Γαλλία, Γερμανία και την Ιαπωνία αναφέρουν σχετικά χαμηλό μερίδιο της ιδιωτικής φαρμακευτικής δαπάνης περίπου 25-30%, ενώ στις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά (δύο χώρες όπου η ιδιωτική ασφάλιση υγείας παίζει μεγάλο ρόλο στη χρηματοδότηση της φαρμακευτικής δαπάνης), καθώς και Πολωνία αναφέρουν περισσότερο από το 60% της φαρμακευτικής δαπάνης.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, η ιδιωτική φαρμακευτική δαπάνη είναι υψηλή και αφορά κατά μέσο όρο το 43% της συνολικής δαπάνης. Οι περισσότερες από τις ιδιωτικές δαπάνες για φάρμακα (37%) προέρχεται απευθείας από τις τσέπες των νοικοκυριών. Χώρες όπως η Γαλλία, Γερμανία και την Ιαπωνία αναφέρουν σχετικά χαμηλό μερίδιο της ιδιωτικής φαρμακευτικής δαπάνης περίπου 25-30%, ενώ στις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά (δύο χώρες όπου η ιδιωτική ασφάλιση υγείας παίζει μεγάλο ρόλο στη χρηματοδότηση της φαρμακευτικής δαπάνης), καθώς και Πολωνία αναφέρουν περισσότερο από το 60% της φαρμακευτικής δαπάνης.
Στην
πλειοψηφία των χωρών του ΟΟΣΑ, οι ιδιωτικές δαπάνες για τα φαρμακευτικά
προϊόντα έχει αυξηθεί ταχύτερα από ό,τι οι δημόσιες δαπάνες κατά την
τελευταία δεκαετία. Αυτό οφείλεται εν μέρει σε μια παρατηρούμενη
μετατόπιση μέρους του κόστους προς τα νοικοκυριά. Για παράδειγμα, στην
Ουγγαρία, το ποσοστό συμμετοχής των ασθενών στην αγορά φαρμάκων
αυξήθηκαν από 40% έως 45% μεταξύ 2010 και 2013. Η Τσεχική Δημοκρατία και
τη Σλοβακική Δημοκρατία ανέφερε, επίσης, αύξηση του μεριδίου των
νοικοκυριών των φαρμάκων έως 38% και 33% αντίστοιχα.
Αύξηση
Ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι οι φαρμακευτικές δαπάνες θα παρουσιάσουν αύξηση τα επόμενα χρόνια εξαιτίας των νέων υψηλού κόστους θεραπειών που εισέρχονται στην αγορά και αναμένεται να απορροφήσουν το 50% της φαρμακευτικής δαπάνης. Σε συνδυασμό με τη γήρανση του πληθυσμού και της αύξησης των χρόνιων νοσημάτων, αναφέρει η έκθεση, οι χώρες θα δεχτούν σημαντική πίεση στους προϋπολογισμούς τους.
Ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι οι φαρμακευτικές δαπάνες θα παρουσιάσουν αύξηση τα επόμενα χρόνια εξαιτίας των νέων υψηλού κόστους θεραπειών που εισέρχονται στην αγορά και αναμένεται να απορροφήσουν το 50% της φαρμακευτικής δαπάνης. Σε συνδυασμό με τη γήρανση του πληθυσμού και της αύξησης των χρόνιων νοσημάτων, αναφέρει η έκθεση, οι χώρες θα δεχτούν σημαντική πίεση στους προϋπολογισμούς τους.
Ειδική αναφορά κάνει η
έκθεση και στις υψηλές τιμές των νέων φαρμάκων που αφορούν κυρίως στον
καρκίνο, την ηπατίτιδα C, πνευμονική υπέρταση, τη σκλήρυνση κατά πλάκας,
θέτοντας μια σειρά από ερωτήματα σχετικά με την προσβασιμότητα, το
πραγματικό όφελος για τον ασθενή και τη νομιμότητα των υψηλών τιμών.
Ενδεικτικά
αναφέρει ότι ενώ ορισμένα από αυτά τα φάρμακα υψηλού κόστους
παρουσιάζουν μεγάλα οφέλη για κάποιους ασθενείς, άλλα παρέχουν μόνο
οριακή βελτίωση.