Βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση χαρακτηρίζουν παράγοντες της αγοράς τις
ρυθμίσεις. Ποιες είναι οι προϋποθέσεις ώστε να επωφεληθούν τράπεζες και
υπερχρεωμένοι.......
Στο τραπέζι και το ζήτημα των άμεσων ή έμμεσων
κουρεμάτων. Το κόστος της καθυστέρησης.
Κύκλοι της αγοράς θεωρούν πως η συμφωνία μεταξύ κυβέρνησης και τρόικας
σε ό,τι αφορά στα στεγαστικά δάνεια πρώτης κατοικίας βρίσκεται γενικά
προς τη σωστή κατεύθυνση και πως τα δύο βασικά ζητούμενα τώρα είναι:
Πρώτον,
το πώς θα διασφαλιστούν οι απαιτούμενες συνθήκες προκειμένου από τη...
θεωρία του νόμου να φτάσουμε επιτέλους στην πράξη.
Και δεύτερον,
πώς το νέο θεσμικό πλαίσιο δεν θα αναβάλει απλά το πρόβλημα των κόκκινων
στεγαστικών δανείων για μια τριετία, αλλά αντίθετα θα οδηγήσει στη ριζική αντιμετώπιση του ζητήματος για τις περισσότερες περιπτώσεις, όσο το δυνατόν ταχύτερα.
«Μια τέτοια απόφαση θα έπρεπε να είχε ληφθεί από το 2010.
Αν αυτό είχε γίνει τότε και οι τράπεζες προστάτευαν μόνο τους
οικονομικά ασθενέστερους συμπολίτες μας και διαχειρίζονταν ενεργά τα
υπόλοιπα στεγαστικά δάνεια πρώτης κατοικίας, τότε τα προβλήματα θα ήταν
πολύ μικρότερα και για το τραπεζικό σύστημα, αλλά και για τα ίδια τα
νοικοκυριά.
Και αυτό, γιατί μέσα σ' αυτά τα πέντε χρόνια, το υπόλοιπο
αυτών των δανείων έχει αυξηθεί κατά πολύ λόγω των τόκων και η αποπληρωμή
τους φαντάζει πολύ πιο δύσκολη για μεγάλο ποσοστό των οφειλετών»,
δηλώνει στο Euro2day.gr οικονομικός διευθυντής εισηγμένης εταιρείας, ο
οποίος συμπληρώνει:
«Το θετικό της συμφωνίας είναι ότι θα οδηγήσει
πολλούς από τους δανειολήπτες να περάσουν από το ταμείο των τραπεζών
καταβάλλοντας έστω και ένα μικρό ποσό κάθε μήνα, όταν μέχρι σήμερα αυτοί
δεν είχαν καμία πίεση, αλλά και κανένα συμφέρον να το
κάνουν. Γιατί να πληρώσει κάποιος που προστατεύεται από τον νόμο, μέρος
των τόκων ενός δανείου, το υπόλοιπο του οποίου θα αυξάνεται συνεχώς και
ήδη σε πολλές περιπτώσεις έχει ξεπεράσει την τρέχουσα αξία του ακινήτου
του; Τώρα, η κατάσταση αυτή ελπίζεται να εξορθολογιστεί.
Από την
άλλη πλευρά όμως, αναμφίβολα, η συμφωνία αυτή έχει προβλήματα, όπως για
παράδειγμα μια σειρά ασαφειών, ή ακόμη ότι η προσφερόμενη προστασία
είναι συνάρτηση του φορολογητέου εισοδήματος, σε μια χώρα που
χαρακτηρίζεται από εκτεταμένη φοροδιαφυγή. Ωστόσο, πρόκειται λίγο-πολύ
για μια Σολομώντειο λύση, αρκεί αυτή να μπορέσει να εφαρμοστεί στην
πράξη, γιατί στην Ελλάδα συχνά ψηφίζονται νόμοι που δεν εφαρμόζονται
ποτέ».
Στέλεχος της αγοράς ακινήτων που γνωρίζει επίσης πολύ καλά
τα τεκταινόμενα στον τραπεζικό τομέα, δήλωσε τα εξής: «Χρειάζονται δύο
βασικά πράγματα προκειμένου να προχωρήσουν τα πράγματα και να είναι όλοι
ευχαριστημένοι.
Πρώτον, πέραν της όποιας νομοθετικής προστασίας, σε καμιά περίπτωση δεν θα πρέπει να περιοριστεί η ευελιξία των τραπεζών
για την άμεση εξεύρεση λύσεων (έστω και αν πολλές φορές χρειαστεί να
προχωρήσουν σε άμεσα ή έμμεσα κουρέματα), προκειμένου οι προσπάθειες
είσπραξης να έχουν γρήγορο αποτέλεσμα. Δυστυχώς, η περιρρέουσα πολιτική
ατμόσφαιρα της σκανδαλολογίας δεν βοηθά προς μια τέτοια κατεύθυνση, ενώ
επίσης θα ήταν μεγάλο λάθος να βασιστεί η όλη προσπάθεια σε μια
ατέλειωτη σειρά δικαστικών διευθετήσεων που θα απαιτήσουν χρόνια και
χρόνια αναμονής.
Και δεύτερον, επιβάλλεται οι τράπεζες να
μεταβάλουν την πολιτική τους. Μέχρι σήμερα, τα αρμόδια τμήματα
βαθμολογούνται από τις διοικήσεις τους ανάλογα με το πόσα δάνεια φαίνεται να ρυθμίζουν. Έτσι, συχνά βλέπουμε να γίνονται κάποιες πρόχειρες ρυθμίσεις που επανέρχονται ως πρόβλημα έξι μήνες ή ένα χρόνο αργότερα.
Αντίθετα,
τα τμήματα διαχείρισης αυτών των δανείων θα πρέπει να αξιολογούνται με
βάση το ζεστό χρήμα που φέρνουν στο ταμείο. Πρόκειται για μια αλλαγή
φιλοσοφίας που θα πρέπει να υιοθετηθεί άμεσα».
Προς την ίδια
κατεύθυνση και οι απόψεις άλλου στελέχους της αγοράς: «Είναι φανερό πως
σε πολλές περιπτώσεις οι τράπεζες θα πρέπει να προχωρήσουν σε κουρέματα υποχρεώσεων.
Αν λοιπόν το θεσμικό πλαίσιο αφήνει ανοιχτό ένα τέτοιο ενδεχόμενο για
μετά από τρία χρόνια, γιατί οι τράπεζες να μην επιλέξουν να τα δώσουν
από τώρα, προκειμένου να λύσουν το πρόβλημα νωρίτερα;
Ας μην
ξεχνούμε πως στη συντριπτική τους πλειονότητα, τα μη εξυπηρετούμενα
στεγαστικά δάνεια δόθηκαν έως το 2008. Από τότε μέχρι σήμερα, το ύψος
των δανείων έχει συχνά ανεβεί κατακόρυφα λόγω των τόκων, όταν παράλληλα
τα ακίνητα έχουν χάσει γύρω στο 50% της αξίας τους λόγω της φθορών που
έχουν υποστεί, αλλά κυρίως λόγω της γενικότερης πορείας στην αγορά
ακινήτων.
Πολλοί δανειολήπτες -αν πιεστούν- έχουν σήμερα κίνητρο να
δώσουν πίσω τα σπίτια τους στις τράπεζες, παρά να εξοφλήσουν τα υπόλοιπα
των δανείων τους, ακόμη και αν είχαν τη σχετική δυνατότητα.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι κανένα fund δεν θα ενδιαφερθεί για την αγορά διάσπαρτων ελληνικών διαμερισμάτων,
όπως επίσης πως σε καμιά περίπτωση δεν συμφέρει τις τράπεζες ούτε η
αθρόα κατοχή ακινήτων (θα είναι πρόβλημα, ακόμη και να τα...
καταγράψουν), ούτε και οι μαζικοί πλειστηριασμοί τους. Οι ακραίες
πολιτικές θέσεις περί κορακιών και γερακιών που θα πετάξουν στον δρόμο
εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά δεν βασίζονται σε ρεαλιστικές βάσεις και
αυτό θα φανεί στην πράξη».
Στα επιχειρηματικά το «κλειδί»
Σύμφωνα
επίσης με τους ίδιους κύκλους, το κλειδί της υπόθεσης βρίσκεται στις
άλλες κατηγορίες δανείων (επιχειρηματικά, καταναλωτικά) και όχι στα
στεγαστικά, τα οποία μάλιστα έχουν και το μικρότερο ποσοστό επισφαλειών.
Η ενεργή διαχείριση των επιχειρηματικών δανείων θα μπορούσε να οδηγήσει στη μεγαλύτερη άμεση επένδυση
που έχει γίνει ποτέ στην Ελλάδα κατά τις τελευταίες δεκαετίες,
τονίζεται με έμφαση, ωστόσο οι καθυστερήσεις που παρατηρούνται
λειτουργούν σε βάρος των συμφερόντων όλων των πλευρών και κυρίως της
οικονομίας.