18 Αυγ 2012

Η ΕΕ ποινικοποιεί την απάτη με αντικείμενο το ΦΠΑ

ΠΟΙΝΙΚΟΠΟΙΕΙΤΑΙ η απάτη με αντικείμενο το ΦΠΑ, με ενιαίες ρυθμίσεις σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, με τη νέα οδηγία που πρόκειται να εκδώσει η ΕΕ «σχετικά με την καταπολέμηση, μέσω του ποινικού δικαίου, της απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης»......

Όπως επισημαίνεται στο σχέδιο οδηγίας που έχει παρουσιάσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η απάτη με αντικείμενο το Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ) μειώνει τα φορολογικά έσοδα των κρατών-μελών και ως εκ τούτου επηρεάζει την εφαρμογή ενιαίου συντελεστή στη βάση ΦΠΑ κάθε κράτους-μέλους.

Από τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εξάλλου, επιβεβαιώνεται πως η διαδικασία τήρησης του εφαρμοστέου δικαίου της Ένωσης για είσπραξη των εσόδων Φόρου Προστιθέμενης Αξίας συνδέεται άμεσα με τη διαθεσιμότητα των αντίστοιχων πόρων ΦΠΑ στον προϋπολογισμό της Ένωσης, δεδομένου ότι οιοδήποτε κενό στην είσπραξη των πρώτων έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση των δεύτερων. Κατά συνέπεια, η οδηγία καλύπτει τα έσοδα που απορρέουν από τις εισπράξεις ΦΠΑ στα κράτη-μέλη.

Υπενθυμίζεται πως μια από τις πηγές από τις οποίες προέρχονται οι πόροι του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ο πόρος που βασίζεται στο ΦΠΑ. Πρόκειται για ενιαίο ποσοστό συντελεστή, που εφαρμόζεται στην εναρμονισμένη βάση ΦΠΑ κάθε κράτους-μέλους της ΕΕ.

Με τη νέα, υπό έκδοση οδηγία θεσπίζονται οι αναγκαίες ρυθμίσεις στον τομέα της πρόληψης και καταπολέμησης της απάτης (όχι μόνο σε βάρος του ΦΠΑ) και των λοιπών παράνομων δραστηριοτήτων που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης, με τον καθορισμό ποινικών αδικημάτων και κυρώσεων, που περιλαμβάνουν και κατώτατα και ανώτατα όρια φυλάκισης για φυσικά πρόσωπα τα οποία διαπράττουν σχετικά αδικήματα.

Οι λόγοι έκδοσης της οδηγίας

Η απάτη και οι παρεμφερείς παράνομες δραστηριότητες που αναπτύσσονται εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελούν σοβαρό πρόβλημα για τον προϋπολογισμό της ΕΕ και κατά συνέπεια για τους φορολογούμενους.
Σύμφωνα με την έκθεση της Επιτροπής για το 2010 σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι εικαζόμενες περιπτώσεις απάτης αντιπροσωπεύουν περίπου 600 εκατομμύρια ευρώ ετησίως, ως έσοδα και ως δαπάνες, παρά το ισχύον νομικό πλαίσιο. Εκτιμάται ότι το πραγματικό ποσό ίσως είναι ακόμη υψηλότερο, δεδομένου ότι δεν έχουν διερευνηθεί και αναφερθεί όλες οι περιπτώσεις.

Η Επιτροπή επισημαίνει πως παρά την ανάπτυξη κεκτημένου της Ένωσης στον συγκεκριμένο τομέα, ο οποίος περιλαμβάνει την απάτη, τη διαφθορά και τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, τα κράτη-μέλη έχουν θεσπίσει διιστάμενους κανόνες που οδηγούν συχνά σε διαφορές όσον αφορά τα επίπεδα προστασίας στο πλαίσιο των εθνικών νομικών συστημάτων τους.
Αυτή η κατάσταση αποδεικνύει ότι δεν υπάρχει ισοδύναμη προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης και ότι τα μέτρα που λαμβάνονται κατά της απάτης δεν έχουν επιτύχει το απαιτούμενο αποτρεπτικό αποτέλεσμα.

Για παράδειγμα, όσον αφορά την απάτη τα κράτη-μέλη έχουν συμπεριλάβει ορισμούς του συγκεκριμένου εγκλήματος σε πολλές διαφορετικές μορφές νομοθεσίας, που κυμαίνονται από το γενικό ποινικό δίκαιο, το οποίο μπορεί να περιλαμβάνει ειδικά ή γενικά αδικήματα, έως το φορολογικό ποινικό δίκαιο. Παρόμοιες διαφορές μπορούν να παρατηρηθούν όσον αφορά τα επίπεδα των κυρώσεων που ισχύουν για αυτές τις μορφές εγκλήματος στα διάφορα κράτη-μέλη.

Ορισμός των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης
Για τους σκοπούς της υπό έκδοση οδηγίας ως «οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης» νοούνται όλα τα έσοδα και οι δαπάνες που καλύπτονται, αποκτώνται μέσω ή οφείλονται:
α) στον προϋπολογισμό της Ένωσης
β) στους προϋπολογισμούς των θεσμικών και λοιπών οργάνων, υπηρεσιών και οργανισμών που έχουν ιδρυθεί βάσει των συνθηκών ή στους προϋπολογισμούς των οποίων αυτά ασκούν τη διαχείριση και εποπτεία.
Ορισμός της απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης
Η προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης επιβάλλει τη θέσπιση κοινού ορισμού της απάτης, ο οποίος να καλύπτει τις πρακτικές απάτης που αφορούν τόσο τις δαπάνες όσο και τα έσοδα και προκαλούν ζημία στον προϋπολογισμό της ΕΕ.

Τα κράτη-μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλίζουν ότι υπόκειται σε τιμωρία, ως ποινικό αδίκημα, η ακόλουθη από πρόθεση τελούμενη συμπεριφορά:
α) όσον αφορά τις δαπάνες, κάθε πράξη ή παράλειψη σχετικά με:
(i) τη χρήση ή την υποβολή πλαστών, ανακριβών ή ελλιπών δηλώσεων ή εγγράφων, με αποτέλεσμα την αχρεώστητη είσπραξη ή παρακράτηση πόρων που προέρχονται από τον προϋπολογισμό της Ένωσης ή από προϋπολογισμούς των οποίων η διαχείριση ασκείται από την Ένωση ή για λογαριασμό τους,
(ii) την αποσιώπηση πληροφοριών κατά παράβαση ειδικής υποχρέωσης, με τα αυτά αποτελέσματα, ή
(iii) τη μη κατά προορισμό χρήση των στοιχείων παθητικού ή των δαπανών για σκοπούς διαφορετικούς από εκείνους για τους οποίους χορηγήθηκαν

β) όσον αφορά τα έσοδα, κάθε πράξη ή παράλειψη σχετικά με:
(i) τη χρήση ή την υποβολή πλαστών, ανακριβών ή ελλιπών δηλώσεων ή εγγράφων, με αποτέλεσμα την παράνομη μείωση των πόρων του προϋπολογισμού της Ένωσης ή προϋπολογισμών των οποίων η διαχείριση ασκείται από την Ένωση ή για λογαριασμό της,
(ii) την αποσιώπηση πληροφοριών κατά παράβαση ειδικής υποχρέωσης, με τα αυτά αποτελέσματα, ή
(iii) τη μη κατά προορισμό χρήση ενός νόμιμα αποκτηθέντος ευεργετήματος με τα αυτά αποτελέσματα.
Συναφή με την απάτη αδικήματα εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης

Δημόσιες συμβάσεις: Το άρθρο 4 του σχεδίου οδηγίας προβλέπει την υποχρέωση των κρατών-μελών να ποινικοποιήσουν την ανέντιμη συμπεριφορά υποψηφίων, στο πλαίσιο της διαδικασίας σύναψης συμβάσεων.

Συμπεριλαμβάνει την παρεμφερή της απάτης συμπεριφορά, στο πλαίσιο της οποίας χορηγούνται σε ανάδοχο φορέα, στο πλαίσιο διαδικασίας ανάθεσης δημόσιων συμβάσεων, αληθείς πληροφορίες, βασιζόμενες σε πληροφορίες που αδικαιολόγητα ελήφθησαν από δημόσιες αρχές. 

Τέτοια διάταξη υφίσταται ήδη σε ορισμένα κράτη-μέλη, αλλά το επίπεδο των κυρώσεων διαφέρει σημαντικά (για παράδειγμα, σε ένα από αυτά τα κράτη η ποινή φυλάκισης ορίζεται σε μια ημέρα, ενώ σε κάποιο άλλο έχει ελάχιστη διάρκεια τριών ετών).
Υπολογίσθηκε ότι η απουσία αποτελεσματικής νομοθεσίας ως προς το θέμα αυτό συνεπάγεται ετήσιες απώλειες ύψους 40 εκατ. ευρώ για τον προϋπολογισμό της Ένωσης. 

Δωροδοκία: Όπως επισημαίνεται στο σχετικό κείμενο, απαιτείται η θέσπιση ειδικής διάταξης, δεδομένου ότι η δωροδοκία αποτελεί ιδιαίτερα σοβαρό πρόβλημα στον τομέα των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης.
 
Τα κράτη-μέλη, αναφέρεται μεταξύ άλλων, λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλίζουν ότι υπόκειται σε τιμωρία, ως ποινικό αδίκημα, η ακόλουθη από πρόθεση τελούμενη συμπεριφορά:
α) η συμπεριφορά δημόσιου λειτουργού, ο οποίος ζητά ή λαμβάνει, άμεσα ή με τη μεσολάβηση τρίτου, για τον εαυτό του ή για τρίτο ωφελήματα οποιασδήποτε φύσης ή δέχεται υπόσχεση τέτοιου ωφελήματος, προκειμένου να προβεί ή να παραλείψει να προβεί σε ενέργεια σύμφωνα με τα καθήκοντά του ή κατά την άσκηση των καθηκόντων του κατά τρόπο που ζημιώνει ή είναι πιθανό να ζημιώσει τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης (παθητική δωροδοκία)
β) η συμπεριφορά οποιουδήποτε προσώπου το οποίο υπόσχεται ή παρέχει, άμεσα ή με τη μεσολάβηση τρίτου, ωφέλημα οποιασδήποτε φύσης σε δημόσιο λειτουργό, για τον εαυτό του ή για τρίτο, προκειμένου να προβεί ή να παραλείψει να προβεί σε ενέργεια σύμφωνα με τα καθήκοντά του ή κατά την άσκηση των καθηκόντων του κατά τρόπο που ζημιώνει ή είναι πιθανό να ζημιώσει τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης (ενεργητική δωροδοκία).

Υπεξαίρεση: Τα κράτη-μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλίζουν ότι υπόκειται σε τιμωρία, ως ποινικό αδίκημα (υπεξαίρεση), η συμπεριφορά δημόσιου λειτουργού ο οποίος από πρόθεση δεσμεύει ή εκταμιεύει πόρους ή ιδιοποιείται ή χρησιμοποιεί πόρους κατά τρόπο αντίθετο προς το σκοπό για τον οποίο προορίζονταν, με σκοπό να βλάψει τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης.

 Ως «δημόσιος λειτουργός», σύμφωνα με την οδηγία, νοείται:
α) κάθε πρόσωπο που ασκεί καθήκοντα δημόσιας υπηρεσίας για την Ένωση ή σε κράτος-μέλος ή τρίτη χώρα κατέχοντας νομοθετικό, διοικητικό ή δικαστικό αξίωμα
β) κάθε άλλο πρόσωπο που ασκεί καθήκοντα δημόσιας υπηρεσίας για την Ένωση ή σε κράτος-μέλος ή τρίτη χώρα, χωρίς να κατέχει παρόμοιο αξίωμα, το οποίο συμμετέχει στη διαχείριση ή τη λήψη αποφάσεων σε σχέση με τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης, η συμπεριφορά δημόσιου λειτουργού ο οποίος εκ προθέσεως δεσμεύει ή εκταμιεύει πόρους ή ιδιοποιείται ή χρησιμοποιεί πόρους κατά τρόπο αντίθετο προς το σκοπό για τον οποίο προορίζονταν, με σκοπό να βλάψει τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης.

Κατάχρηση: η οδηγία προβλέπει έναν ορισμό της κατάχρησης, ο οποίος καλύπτει τη συμπεριφορά δημόσιων υπαλλήλων, η οποία δεν συνιστά απάτη με τη στενή έννοια του όρου και η οποία συνίσταται στην κατάχρηση κεφαλαίων ή περιουσιακών στοιχείων αντίθετα προς τον προβλεπόμενο σκοπό, με πρόθεση να ζημιωθούν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης.

Ευθύνη των νομικών προσώπων: Η σχετική διάταξη εφαρμόζεται στο σύνολο των προαναφερόμενων αδικημάτων και απαιτεί από τα κράτη-μέλη να εξασφαλίσουν ότι τα νομικά πρόσωπα μπορούν να θεωρηθούν υπεύθυνα για τα αδικήματα αυτά, αποκλείοντας παράλληλα τη δυνατότητα να υποκατασταθεί η ευθύνη αυτή στην ευθύνη φυσικών προσώπων.

Κυρώσεις για τα φυσικά πρόσωπα: Με τη σχετική διάταξη απαιτείται από τα κράτη-μέλη να εφαρμόζουν αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές κυρώσεις, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, και να προβλέπουν ένα ελάχιστο σύνολο ποινικών κυρώσεων για τα φυσικά πρόσωπα.
Παραγραφή των αδικημάτων: Τα κράτη-μέλη εξασφαλίζουν προθεσμία παραγραφής εντός της οποίας είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί η διερεύνηση, δίωξη, εκδίκαση και έκδοση απόφασης δικαστηρίου διάρκειας τουλάχιστον πέντε ετών από το χρόνο διάπραξης του αδικήματος.
Πηγή : express.gr
Επιμέλεια : Mykonos Ticker NewsRoom
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...